«Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄ τάξιν. Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπῆγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας καὶ ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ’ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰ ξένας γλώσσας. Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἶτα ἔγραφα στίχους, καὶ ἐδοκίμαζα νὰ συντάξω κωμῳδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη Ἡ Μετανάστις ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸν Σωτῆρα. Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν εἰς τὸ Μὴ χάνεσαι. Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδας».
Και σαν σήμερα, 3 του Γενάρη του 1911, ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων» Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πέθανε. Και μάλιστα προτού να δει τυπωμένο σε βιβλίο κανένα έργο του. Πλέον θεωρείται ένας εκ των τριών της «ιερής τριανδρίας της ευρωπαϊκής διηγηματογραφίας» μαζί με τον Γκυ ντε Μοπασάν και τον Άντον Τσέχοφ*.
Όσοι ενδιαφέρονται για το έργο του μπορούν να ανατρέξουν σε έναν ή και στους πέντε τόμους των Απάντων του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Δόμος, ίσως ό,τι πληρέστερο σχετικά με τον Παπαδιαμάντη.
Για περαιτέρω μελέτη του παπαδιαμαντικού έργου, αξίζει να ανατρέξει κανείς στο βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη, που κυκλοφόρησε μέσα στο 2016, με τίτλο «Ο στεναγμός των πενήτων» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), που περιλαμβάνει 16 δοκίμια για τον κόσμο του Παπαδιαμάντη, που δεν είν’ άλλος από τον κόσμο των «πενήτων, των φτωχών και κατατρεγμένων, των αδύναμων και ευάλωτων ανθρώπων, είναι ο κόσμος του Παπαδιαμάντη. Ο αλάλητος στεναγμός τους αντηχεί μέσα στα διηγήματά του. Οι καημοί τους δεν έχουν μόνο κοινωνικά αίτια και γι’ αυτό είναι χωρίς τελειωμό. Από τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη απουσιάζει η δράση, τα εξωτερικά μεγάλα γεγονότα, η περιπέτεια. Μεγαλώνουν ασύμμετρα όπως το δέντρο, χωρίς αυστηρό σχέδιο, χωρίς ανέλιξη συχνά, και τελειώνουν αθόρυβα. Είναι ρευστά, λυρικά, μια λεπτή πινελιά, ένα αλαφρύ πάτημα, με οξυμμένη αίσθηση και συμμερισμό του ανθρώπινου πόνου, με ειρωνεία που δεν συνθλίβει αλλά συμπαθεί. Τα δοκίμια του παρόντος βιβλίου προσπαθούν να απαντήσουν στο αδιατύπωτο ερώτημα ποιους λόγους έχουμε να διαβάζουμε σήμερα τον Παπαδιαμάντη. Επιπλέον, συζητούν τον τρόπο του χριστιανισμού του, το μεταφραστικό έργο του, το κατά πόσον η γλώσσα του αποτελεί εμπόδιο για τον σημερινό αναγνώστη, και, τέλος, την πρόσληψή του από εχθρούς και φίλους».
Μπορεί εντέλει ο κόσμος του Παπαδιαμάντη να είναι «ένας χαροκαμένος κόσμος», όπως ακριβώς και ο πραγματικός, αλλά το έργο του μιλάει για την «αδυσώπητη δύναμη της ζωής», που δεν τη σταματάει κανένας πόνος και κανένας θάνατος, και που «τραβάει τον δρόμο της δίχως σταματημό, πιο σκληρή, έχεις την εντύπωση πολλές φορές και από τον ίδιο τον θάνατο».
Stock Photos provided by our partner Depositphotos