Μέρα που ’ναι, τον βρίσκεις παντού. Κατά πώς λέγεται, βέβαια, τον βρίσκεις κάθε μέρα –αν εξακολουθεί φυσικά κανείς να πιστεύει στα περί «ερωτικής πόλης», χαρακτηρισμός που χάνεται στα βάθη της ιστορίας, ή, καλύτερα, του μύθου. Για όσους δυσπιστούν, μια μέρα σαν τη σημερινή –του Αγίου Βαλεντίνου, γαρ– είναι η ιδανική για να αλλάξουν γνώμη. Μια βόλτα στην πόλη είναι αρκετή. Αρκεί να μεταβάλλουν όποια ιδέα περί αισθητικής έχουν στο μυαλό τους. Σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να τους πάρουν τα ζουμιά: είτε αρχίζοντας να πείθονται για την ερωτικότητα της πόλης είτε ξεσπώντας σε λυγμούς για το κιτς που βασιλεύει.
Η αρχή γίνεται, φυσικά, με τα ανθοπωλεία, στα οποία το σύμπλεγμα φουσκωμένων μπαλονιών και τριανταφυλλένιων ανθοδοχείων φαντάζει με Ζέπελιν έτοιμα προς απογείωση. Οι επιλογές πολλές, και οι ουρές ατελείωτες. Τα τηλέφωνα να έχουν πάρει φωτιά «Δέκα κόκκινα και μία καρδιά με βέλη», «Έφτασε σε 10΄», και τον ανθοπώλη να κοιτά τον φακό με αμηχανία, η οποία παίρνει τη θέση της στην προτροπή «Έλα μέσα, φίλε, μέσα είναι τα καλύτερα», όπου «καλύτερα» είναι καρδιές σε τέτοιο μέγεθος που θα μπορούσε να περάσει από μέσα τους τίγρης σε παράσταση τσίρκου.
Ακολουθούν τα ζαχαροπλαστεία, τα οποία χωρίζονται σε δύο, τουλάχιστον, κατηγορίες: (α) σε αυτά που απαγορεύουν την είσοδο του φωτορεπόρτερ: «Μπορώ να τραβήξω μερικές φωτογραφίες από τις τούρτες σε σχήμα καρδιάς;», «Όχι, δεν επιτρέπεται», «Γιατί;», «Γιατί δεν επιτρέπεται», «Κι αν τη αγοράσω;» «….» –στο σημείο αυτό ο φωτορεπόρτερ βλέπει την τιμή και αντί για βέλη του έρωτα καρφώνονται στην καρδιά του βέλη παρόμοια με αυτά που τον διαπερνούν κάθε φορά που σχίζει τους φακέλλους από τη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ και λοιπούς κοινωφελείς οργανισμούς, (β) σε αυτά που δεν απαγορεύουν τη φωτογράφιση, με τον φωτορεπόρτερ αυτή τη φορά να ελπίζει –μάταια– σε ένα ροζ κομμάτι ως ανταπόδοση.
Τρίτη στάση, τα καταστήματα ένδυσης. Ελάχιστα με καρδιές, κάνα δύο με καρδιές+βέλη. Παράδειγμα, τα καταστήματα εσωρούχων, με τον μαγαζάτορα να ρωτά τον φωτορεπόρτερ τι τραβά με τη μηχανή, και ο φωτορεπόρτερ να απαντά «Τι άλλο, τα εσώρουχα», «Α, είπα…».
Τέταρτη στάση, τα μαγαζιά με τα σουβενίρ, όπου καρδιές διαφόρων μεγεθών (S, M, L, XL, XXL) μπλέκονται με θήκες κινητών, κραγιόν, φουλάρια, τσάντες και Λευκούς Πύργους (επίσης S, M, L, XL, XXL). Παίρνεις έναν Λευκό Πύργο (XL) και σου δίνουν δώρο μια καρδιά (S).
Πέμπτη και τελευταία στάση, η πολύπαθη πλατεία Αριστοτέλους. Τζίφος. Μόνο κάτι μπαλόνια στη στάση, να θυμίζουν τη (ραγισμένη) καρδιά του δημάρχου.