Μπάαντερ – Μάινχοφ: 40 χρόνια από τη δικαστική απόφαση για τα μέλη της πρώτης γενιάς της RAF

Σεπτέμβρης 1977, μια γυναίκα με ένα καροτσάκι μπαίνει μπροστά από ένα αυτοκίνητο σε πολυσύχναστο δρόμο της Κολωνίας. Ο οδηγός, που μεταφέρει έναν από τους πλέον ισχυρούς βιομηχάνους της Δυτικής Γερμανίας, αναγκάζεται να φρενάρει. Η γυναίκα ανασύρει από το καροτσάκι δύο πυροβόλα όπλα, την ώρα που οι συνεργοί της -που ακολουθούσαν πίσω της- βγάζουν από το αυτοκίνητο τον Hanns Martin Schleyer: οι σωματοφύλακές του σκοτώνονται επιτόπου, ενώ έναν μήνα αργότερα η σορός του επιχειρηματία θα βρεθεί σε πορτμπαγκάζ αυτοκινήτου…

Ο Schleyer είναι ένα μόνο από τα 30 και πλέον ονόματα που περιλαμβάνονται στη λίστα με τους εκτελεσθέντες της οργάνωσης Baader-Meinhof -ή «Φράξια Κόκκινος Στρατός», όπως θα γίνει κατόπιν γνωστή, κατά τη διάρκεια της τρομοκρατικής της δράσης εναντίον του γερμανικού κατεστημένου αλλά και υψηλόβαθμων Αμερικανών στρατιωτικών, που θα ξεκινούσε στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Παρόλα αυτά, ο ηγετικός πυρήνας της οργάνωσης λείπει. Είχε προηγηθεί ο θάνατος και ένα δικαστήριο που ολοκληρώθηκε στις 28 Απριλίου του ίδιου χρόνου…

Το περιοδικό «Κονκρέτ»

Στις αρχές της δεκαετίας του 60, τα κείμενα της δημοσιογράφου Ούρλικε Μάινχοφ στο περιοδικό “Κονκρέτ” του Αμβούργου δίνουν σημαντικές πληροφορίες στους αριστερούς αναγνώστες για τη δραστηριότητα των παλιών ναζιστών σε υπεύθυνες θέσεις του κρατικού μηχανισμού και στα κόμματα της Γερμανίας. Από τότε ξεχωρίζει η ιδιαίτερη γραφή και τα στέρεα επιχειρήματα. Το “Κονκρέτ” είναι ακόμα μια πολιτική-πολιτιστική επιθεώρηση με μικρή κυκλοφορία. Παρά το γεγονός ότι είναι ημιεπίσημο όργανο του παράνομου γερμανικού κομμουνιστικού κόμματος (KPD), το περιοδικό κρατά μια στάση ανεξάρτητη, γεγονός που εκφράζεται κατά τη σινοσοβιετική διαμάχη και τα πρώτα σκιρτήματα της άνοιξης της Πράγας. Το KPD αποσύρει τελικά την υποστήριξή του και το περιοδικό κινδυνεύει να κλείσει. Η Μάινχοφ υποστηρίζει τη μετατροπή του σε δελτίο πολιτικής πληροφόρησης. Ο εκδότης (και σύζυγός της εκείνη την περίοδο) Κλάους Ράινερ Ρελ προκρίνει ένα μαζικό πολιτικό εικονογραφημένο έντυπο. Το τελικό νόθο αποτέλεσμα αφήνει και τους δυο δυσαρεστημένους. Υπάρχει η πολιτική πληροφόρηση, αλλά και η προβολή “μαζικών” θεμάτων, όπως ‘το σεξ στο σχολείο’ ή ‘το σεξ στα κόμματα’ ή ‘το σεξ στην Αν. Γερμανία’. Η θεματολογία αυτή, σε αντίθεση με την αντίστοιχη των λαϊκών φύλλων, έχει στόχο να λειτουργήσει απελευθερωτικά σε μια πουριτανική και υποκριτική κοινωνία. Οι “νομοταγείς πολίτες” ξεσηκώνονται: 6.000 κάτοικοι του Σβάμπαχ ζητούν να περιοριστεί η κυκλοφορία του περιοδικού. Η εκστρατεία τους έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Ολη η φιλελεύθερη διανόηση και ο τύπος (μέχρι το περιοδικό “Στερν” και η τηλεοπτική εκπομπή “Πανοράμα”) καταδικάζουν την απόπειρα λογοκρισίας. Το “Κονκρέτ” φτάνει το Σεπτέμβριο του 1965 τα 100.000 φύλλα. Σ’ ολόκληρο αυτό το διάστημα, με τα άρθρα της η ορφανή από μητέρα και μητέρα Ούλρικε Μάινχοφ επιχειρεί να “αποκαλύψει” προς τους αναγνώστες τα ψέματα του κυρίαρχου τύπου. Είναι η περίοδος της ανάπτυξης του φοιτητικού κινήματος στη δυτική Ευρώπη.

Η Ουλρίκε Μάινχοφ γεννήθηκε στις 7.10.1934 στο Ολντενμπουργκ. Το 1939 πεθαίνει ο ιστορικός τέχνης πατέρας της και το 1948 και η μητέρα της. Την επιμέλειά της αναλαμβάνει η καθηγήτρια ιστορίας Ρενάτε Ρίμεκ. Η Ούλρικε θα σπούδασει φιλοσοφία, παιδαγωγική, κοινωνιολογία και γερμανική φιλολογία στο Μάρμπουργκ, το Μίνστερ και το Αμβούργο. Συμμετέχει στο αντιπυρηνικό κίνημα του 1958/59. Από το 1959 ως το 1969 συνεργάζεται με το περιοδικό “Κονκρέτ” του Αμβούργου. Από το 1962 ως το 1964 είναι αρχισυντάκτρια του περιοδικού. Τον Δεκέμβριο του 1961 παντρεύεται με τον Κλάους Ράινερ Ρέλ, εκδότη του “Κονκρέτ” και από το γάμο αυτό γεννιούνται οι δίδυμες Μπετίνα και Ρεγγίνε. Τον Μάρτιο του 1968 το ζευγάρι χωρίζει. Η Μάινχοφ μετακομίζει από το Αμβούργο στο Βερολίνο. Δουλεύει ως ελεύθερη δημοσιογράφος στον Τύπο και το ραδιόφωνο και διδάσκει στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο.

Οι εκτελέσεις

11 Απριλίου του 1968. Ο ηγέτης του γερμανικού φοιτητικού κινήματος Ρούντι Ντούτσκε βγαίνει από το σπίτι του με το ποδήλατό του για να βρει ένα φαρμακείο. Ο γιος του ήταν κρυολογημένος και ο «κόκκινος Ρούντι» όπως τον αποκαλούσαν καταλήγει σε ένα φαρμακείο κοντά στα γραφεία της Φοιτητικής Ένωσης Γερμανών Σοσιαλιστών, στο Κουρφουρστεντάμ. Όταν κατεβαίνει από το ποδήλατό του, τον σταματά ένας άγνωστος σε αυτόν νεαρός, ο ελαιοχρωματιστής Γιόζεφ Μπάχμαν. «Είστε ο Ρούντι Ντούτσκε;», τον ρωτά. Ο Ρούντι απαντά «ναι» και ο νεαρός τον πυροβολεί τρεις φορές. Ο ηγέτης της γερμανικής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς τραυματίζεται σοβαρά. Η Ούλρικε Μάινχοθ γράφει στο Κονκρέτ: «Τώρα που δείχθηκε ότι είναι διαθέσιμα και άλλα μέσα εκτός μονάχα από διαδηλώσεις, διοργανώσεις διαμαρτυρίας, άλλα εκτός από αυτά που απέτυχαν αφού δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ρούντι Ντούτσκε, τώρα που έσπασαν τα δεσμά του ήθους και της αξιοπρέπειας, μπορεί και πρέπει συζητηθεί εκ νέου η βία και η αντιβία. (…) Η αντιβία διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει βία, όπου η βιαιότητα της αστυνομίας καθορίζει το νόμο της δράσης, όπου η ανήμπορη οργή αντικαθιστά την ανώτερη φρόνηση, όπου η παραστρατιωτική ενέργεια της αστυνομίας απαντάται με παραστρατιωτικά μέσα. Διαμαρτυρία είναι όταν λέω πως αυτό κι αυτό δεν μου αρέσει. Αντίσταση είναι όταν φροντίζω αυτό που δε μου αρέσει, να μη συνεχίζεται. Η οργάνωση Φράξια Κόκκινος στρατός είχε βρει το μισό της,. Της έλειπε το άλλο μισό.

Ιούνιος του 1967. Ένας αστυνομικός δολοφονεί στη διάρκεια φοιτητικής διαδήλωσης, κοντά στην Ντόιτσε Όπερα του Βερολίνου, που πραγματοποιήθηκε εναντίον της επίσκεψης του σάχη της Περσίας τον 26χρονο φοιτητή Μπένο Όνεζοργκ.

Ο Αντρέας Μπάαντερ συνειδητοποιεί ότι οι μεταπολεμικές Αρχές της χώρας ήταν λίγο μόνο καλύτερες από το καθεστώς που είχαν αντικαταστήσει. Υποσχόμενος να αντιπαρατεθεί βίαια με την ασυδοσία, ο Μπάαντερ θα ξεκινήσει το 1968 την εκστρατεία του με δύο αυτοσχέδιες βόμβες σε πολυκαταστήματα της Φρανκφούρτης, με τη βοήθεια της φίλης του Γκούντρουν Ένσλιν. Θα συλληφθούν και θα καταδικαστούν σε τριετή φυλάκιση, μαζί με τους Θόρβαλντ Προλ και Σενελάιν. Ασκώντας έφεση απελευθερώθηκαν, αλλά όταν η έφεσή τους δεν έγινε δεκτή διέφυγαν στην Γαλλία. Μετά από λίγους μήνες επέστρεψαν στην Γερμανία όπου ο Μπάαντερ συνελλήφθη για παραβίαση του ΚΟΚ και ξαφνικά η γερμανική αστυνομία κρατά στα χέρια της αυτόν που έψαχνε τόσο καιρό.

Η σύντροφός του Ensslin συλλαμβάνει ένα απίστευτο σχέδιο απόδρασης. Οι δικηγόροι του πείθουν τις αρχές να επιτρέψουν στον Μπάαντερ να δώσει συνέντευξη σε δημοσιογράφο. Μάιος 1970, δύο αστυνομικοί συνοδεύουν τον Μπάαντερ σε βιβλιοθήκη έξω από τις φυλακές, χωρίς χειροπέδες. Εκεί τον περιμένει η δημοσιογράφος Ούλρικε Μάινχοφ. Η οργάνωση συναντά το άλλος της μισό. Απομένουν λίγα λεπτά για να γεννηθεί η Μπάιντερ Μάινχοφ, όπως επικράτησε να λέγεται η Φράξια Κόκκινος Στρατός. Η σύντροφοί του Ειρήνη Goergens και η Ingrid Schubert εισέρχονται στη βιβλιοθήκη κρατώντας βαλίτσες. Ανοίγουν μία πόρτα από την οποία μπαίνει ένας ένοπλος μασκοφόρος άνδρας. Οι δύο γυναίκες ανοίγουν τις βαλίτσες και βγάζουν οπλισμό με τον οποίο αρματώνονται ο Μπάιντερ και η Μάινχοφ. Ακούγονται πυροβολισμοί, ένας βιβλιοθηκάριος πέφτει τραυματισμένος από σφαίρα στην κοιλιά και από ένα παράθυρο θα φύγουν όλοι γεννώντας ουσιαστικά το γερμανικό αντάρτικο πόλεων. Ποια είναι όμως τα παιδιά που θα φύγουν από το παράθυρο. Ποιά είναι η φυσιογνωμία των μελών της πρώτη φουρνιάς της οργάνωσης Μπάιντερ – Μάινχοφ;

«Τα παιδιά της θηριωδίας του ναζισμού»

Όλα τα μέλη της RAF είχαν γεννηθεί λίγο πριν από την έκρηξη του πολέμου – εν μέσω του πολέμου ή στον τρομερό του απόηχο. Ήταν παιδιά της θηριωδίας του ναζισμού. Των τύψεων και της οδύνης. Είχαν βιώσει και βίωναν όχι μόνον τη συλλογική ευθύνη της ναζιστικής θηριωδίας με προσωπικές και άλλες απώλειες. Είχαν βιώσει τη δυστυχία του γερμανικού λαού που πλήγηκε από ανελέητους βομβαρδισμούς των Συμμάχων σε Δρέσδη-Βερολίνο- με πολλή ορφάνια –πολύ αίμα- πολύ ορφανοτροφείο. Ήταν τα παιδιά μιας Γερμανίας που είχε θέσει εκτός νόμου με απόφαση του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου το 1951 το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας μέλος της οποίας ήταν αρχικά η Ούλρικε Μάινχοφ. Ήταν τα παιδιά μιας Γερμανίας στην οποία για να προσληφθείς έπρεπε να περάσεις από ιδεολογικό έλεγχο φρονημάτων το λεγόμενο Beryfsverbot. Μιας Γερμανίας η αστυνομία της οποίας είχε δολοφονήσει από τα 1962-72, 83 αριστερούς πολίτες, ακτιβιστές, αναρχικούς, αυτόνομους, την περίοδο 1973-75, 38, και μετά το 1976 άλλους 19. Είχαν βιώσει την πλήρη μεταπολεμική υποταγή στους Αμερικανούς και το δόγμα του ΝΑΤΟ, την προσφορά βάσεων για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Είχαν βιώσει τον συνεχιζόμενο μεταπολεμικό πλουτισμό εταιρειών όπως η ‘’Φάρμπεν’’, που έφτιαχνε το αέριο ‘’Ζαϊκλόν’’ για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης χωρίς τιμωρία. Που είχαν δει ένα Τείχος να υψώνεται στην καρδιά της χώρας. -Που είχαν βιώσει την απομόνωση-και τη βία- της Ανατολικής Γερμανίας. Που είχαν δει σε όλον τον κόσμο να συμβαίνουν κοσμογονικές αλλαγές. -Η γενιά του Μπινγκ –Μπανγκ-και της Σελήνης. Των μπιτνικς και της Νουβέλ Βαγκ. Του Μαλκολμ Χ και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ-του Εν Ψυχρώ και του Πίντερ, του Τσε. Των εξεγέρσεων στη Λατινική Αμερική. Δεν είναι τυχαίο πως σταδιακά ένας στους τέσσερις νεαρούς Δυτικογερμανούς εξέφραζε μιας μορφής συμπάθεια για την οργάνωση, την ώρα που εκείνοι που καταδίκαζαν τις πρακτικές της αναγνώριζαν την απέχθεια της RAF για τη νέα τάξη πραγμάτων, ιδιαίτερα για το γεγονός ότι πρώην στελέχη των Ναζί διαδραμάτιζαν πλέον σημαίνοντα ρόλο στα τεκταινόμενα.

Η πρώτη γενιά

Η πρώτη γενιά της φράξιας ανήκε σε εκείνη την ομάδα ανθρώπων, μια πραγματικά μεγάλη μερίδα της γερμανικής κοινωνίας και κυρίως της νεολαίας που ήθελε να μιλήσει για τη γερμανική απάθεια απέναντι στα εγκλήματα του Ισραήλ στην Παλαιστίνη-θέμα ταμπού για τους Γερμανούς. Για την εγκληματικότητα που υπήρχε εκείνα τα χρόνια στη χώρα εξαιτίας ενός απάνθρωπου σωφρονιστικού συστήματος. Η Φράξια θα επιλέξει τα όπλα για να μιλήσει.

Το 1970, πολυάριθμα μέλη της οργάνωσης θα κατευθυνθούν στην Ιορδανία, όπου θα «θητεύσουν» σε στρατόπεδο εκπαίδευσης της Αλ Φατάχ σε τεχνικές αντάρτικου πόλεων. Πρώτοι στόχοι, οι ληστείες τραπεζών και οι βομβιστικές επιθέσεις σε δημόσια κτίρια της Γερμανίας, σε αμερικανικές βάσεις στη Γερμανία και εναντίον γερμανών πολιτών που θεωρούνταν υποχείρια των αμερικανών.

Στις 15 Ιουνίου 1972 η αστυνομία του Λανγκενχάγκεν κοντά στο Αννόβερο έλαβε πληροφορίες από το δάσκαλο Φριτς Ρόντεβαλντ (Fritz Rodewald), ο οποίος υποψιαζόταν ότι οι νέοι του ενοικιαστές ήταν μέλη της RAF. Η αστυνομία εξαπολύει επίθεση και συλλαμβάνει τον οπλισμένο Γκέρχαρντ Μύλερ και την αγνώριστη λόγω εξωτερικής εμφάνισης Ουλρίκε Μάινχοφ, η οποία αντιστάθηκε στην σύλληψή της. Στα χέρια της αστυνομίας βρίσκεται ήδη ο Μπάαντερ μαζί με τους συντρόφους του Jan-Carl Raspe και Holger Meins, κατά τη διάρκεια χτυπήματος στη Φρανκφούρτη την 1η Ιουνίου 1972, ενώ μία εβδομάδα αργότερα θα συλληφθεί και η συμβία του Μπάαντερ, Gudrun Ensslin. Είχε έρθει η ώρα των λευκών κελιών.

Τα λευκά κελιά

Tα λευκά κελιά αποτελούν τα πιο σύγ­χρο­να και “ε­πι­στη­μο­νι­κά” μέ­σα κα­τα­στο­λής. Κοινή πρόθεση του απομονωτικού εγκλεισμού αποτελεί η αργή αλλά μεθοδική κατάλυση της προσωπικότητας του εγκλείστου, η οποία επιτυγχάνεται μέσω της μονοπώλησης των αισθήσεων. Επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι όσοι εισέρχονται υγιείς στα λευκά κελιά αναπτύσσουν στην πλειοψηφία τους κάποιου είδους ψυχοπάθεια, ενώ αυτοί που έχουν ήδη κάποιο πρόβλημα ψυχικής διαταραχής, αντιμετωπίζουν μια σταδιακή επιδείνωση της κατάστασής τους. Ο απομονωτικός εγκλεισμός εκφράζεται χωρικά με συγκεκριμένους τύπους, έχει αναπτύξει μια δικιά του ιδιαίτερη αρχιτεκτονική η οποία εξελίσσεται και καλύπτει όλες τις κλίμακες του σχεδιασμού, από την πολεοδομική κλίμακα μέχρι το επίπεδο της οικοδομικής λεπτομέρειας. Ξεκινώντας από τη μεγάλη κλίμακα, αναφέρεται ότι συνήθως οι φυλακές απομονωτικού εγκλεισμού χτίζονται σε πολύ μεγάλη απόσταση από τα αστικά κέντρα και γενικότερα από οποιοδήποτε χτισμένο περιβάλλον. Οι κρατούμενοι θα πρέπει να βρίσκονται αποκλεισμένοι από τους ήχους ,τις φωνές ,τις μυρωδιές της πόλης με σκοπό να αποκοπούν από την ίδια τη ζωή.

Ένας επιπλέον λόγος, για τη χωροταξική αυτή επιλογή είναι και η αναχαίτιση των προσπαθειών υποστήριξης των κρατουμένων από τις οικογένειες τους, αλλά και των δικηγόρων τους. Ο σχεδιασμός των ειδικών απομονωτικών κελιών ανά τον κόσμο είναι πανομοιότυπος. Πρόκειται κατά κανόνα για μακρόστενα υπόγεια και ημιυπόγεια ατομικά κελιά διαστάσεων 2,5Χ 3 μέτρα κατά μέσο όρο. Εξαιτίας του ιδιαίτερα ενοχλητικού για τους κρατούμενους σχήματος, οι κρατούμενοι υποχρεώνονται να βαδίζουν μέσα στο κελί τους μόνο μπρος – πίσω κατά τη μία διεύθυνση, γεγονός που τους δημιουργεί και σωματικά προβλήματα. Τα χρώμα μέσα στο κελί είναι πάντα λευκό και η απουσία παραθύρου ή η ύπαρξη μικρών ανοιγμάτων σε τυφλά σημεία, συμβάλλουν στη διακοπή προσλαμβανουσών εικόνων του εξωτερικού περιβάλλοντος από τους κρατουμένους.

Οι χώροι υγιεινής βρίσκονται εντός του κελιού για να περιοριστούν οι μετακινήσεις των κρατουμένων. Συνήθως τοποθετούνται σε σημεία ορατά από τον οφθαλμό της πόρτας, δίνοντας τη δυνατότητα στους φύλακες να παρακολουθούν και τις πιο ιδιωτικές στιγμές του κρατούμενου. O σχεδιασμός και τα πειράματα ξεκίνησαν στις ΗΠΑ από τη CIA και το 1971 έγιναν στη Γερμανία, συγκεκριμένα στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου, σε ένα ειδικό εργαστήριο που ονομαζόταν Camere Silens.

Το γερμανικό κράτος ξόδεψε γι’ αυτά τα πειράματα τότε περίπου 40 εκατομμύρια μάρκα. Ο Χόλγκερ Μάινς στις 9 Νοεμβρίου 1974, είναι ο πρώτος που αφήνει την τελευταία του πνοή στα λευκά κελιά, μετά από εξοντωτική απεργία πείνας που τον άφησε 39 κιλά. Το γερμανικό κράτος είχε ασκήσει πάνω του όλη του την αυστηρότητα καθώς δεν επιτράπηκε σε νοσοκομειακούς γιατρούς να τον επισκεφθούν παρά τις εκκλήσεις των γιατρών των φυλακών.

Η Ούλρικε Μάινχοφ, η οποία έχει ήδη καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια φυλάκιση για την βομβιστική επίθεση στο κεντρικό κτίριο του εκδοτικού οίκου Axel Springer θα βρεθεί κρεμασμένη στο κελί 719 των φυλακών υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης στις 9 Μαίου 1976. Η επίσημη νεκροψία είχε ως αποτέλεσμα την διαπίστωση αυτοκτονίας. Μια δεύτερη έρευνα έγινε στις 11 Μάη έπειτα από απαίτηση της αδερφής της Μάινχοφ, Βίνκε Τσίτσλαφ (Wienke Zitzlaff), στα πλαίσια της οποίας ο δικανικός παθολόγος Γιάνσεν (Janssen) κατέληξε ότι η πιθανότερη αιτία του θανάτου ήταν “αυτοκτονία δια απαγχονισμού”, ωστόσο, για να αποφανθεί οριστικά, επέμεινε να του δοθεί πρόσβαση στην έκθεση της πρώτης αυτοψίας, διευκρινίζοντας ότι πολλές εξετάσεις δεν μπορούσαν να γίνουν πλέον, κάτι το οποίο όμως δεν έγινε ποτέ. Μια διεθνή επιτροπή έρευνας και μέλη της RAF αμφισβητούσαν την εκδοχή της αυτοκτονίας της Μάινχοφ. Οι συνθήκες θανάτου και η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της έρευνας αυτής, οδήγησαν πολλούς στο συμπέρασμα, ότι ακόμη και το δυτικογερμανικό κράτος θα μπορούσε να είναι υπεύθυνο για τον θάνατο της Μάινχοφ. Η απάντηση δεν δόθηκε ποτέ.

Ισόβια κάθειρξη

Στις 21 Μαΐου 1975, ξεκινάει στις φυλακές υψίστης ασφαλείας η δίκη της ηγετικής ομάδας της ΡΑΦ κάτω από πρωτοφανή αστυνομοκρατία, αλλά και ειδικά δικαστικά μέτρα, που έμειναν στην Ιστορία για τη σκληρότητά τους, την περιφρόνηση του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη και συνήγοροι των κατηγορουμένων αποκλείστηκαν από τη διαδικασία και βρέθηκαν αργότερα οι ίδιοι κατηγορούμενοι, ως συνεργάτες των τρομοκρατών.

Στις 28 Απριλίου οι Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρουν Έσλιν και Ζαν- Καρλ Ράσπε κρίνονται ένοχοι για τέσσερις φόνους και 30 απόπειρες δολοφονιών. Η ποινή τους ήταν ισόβια κάθειρξη, η σοβαρότερη ποινή που μπορούσε να επιβληθεί στη Γερμανία.

Ωστόσο μια νέα σειρά επιθέσεων είχε ήδη ξεκινήσει, με τον κύκλο του αίματος να μένει ανοιχτός: στις 7 Απριλίου 1977, ο γενικός εισαγγελέας Siegfried Buback θα πέφτει νεκρός στην Καρλσρούη από σφαίρες ομάδας μοτοσικλετιστών. Τρεις μόνο μήνες αργότερα, ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας της Δρέσδης, Juergen Ponto, θα εκτελούνταν στο σπίτι του στη Φρανκφούρτη. Ήταν ωστόσο τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου και η απαγωγή του Schleyer, ηγετικού στελέχους της Γερμανικής Ένωσης Εργαζομένων και πρώην ναζιστή, που θα πυροδοτούσαν μια σειρά από συμβάντα που θα γίνονταν γνωστά ως «Γερμανικό Φθινόπωρο»…

Οι απαγωγείς του Schleyer πρόσφεραν την απελευθέρωσή του με αντάλλαγμα τον Μπάαντερ, την Ensslin και 9 ακόμα κρατούμενους-μέλη της οργάνωσης. Την ώρα μάλιστα που οι διαπραγματεύσεις έδιναν και έπαιρναν, άραβες συμπαθούντες ολοκλήρωναν το σχέδιό τους να κάνουν αεροπειρατεία σε αεροπλάνο που μετέφερε γερμανούς τουρίστες από τη Μαγιόρκα στη Φρανκφούρτη, ως έναν ακόμα μοχλό πίεσης στις Αρχές.

Το μοιραίο αεροπλάνο, που θα καταληφθεί στις 13 Οκτωβρίου, θα μεταφερθεί αρχικά στην Ιταλία, μετά την Κύπρο, το Μπαχρέιν και το Ντουμπάι, πριν προσγειωθεί τελικά στη Μογκαντίσου, όπου ο πιλότος θα εκτελεστεί από τους αεροπειρατές. Λίγο αργότερα, οι γερμανικές ειδικές δυνάμεις θα εφορμούσαν στο αεροπλάνο, σκοτώνοντας 3 από τους εισβολείς και απελευθερώνοντας τους ομήρους. Η νίκη των Αρχών θα σήμαινε και το τέλος των αρχηγών της οργάνωσης στη φυλακή: την ώρα που ξεσπoύσαν τα νέα, οι Μπάαντερ, Ensslin και Raspe θα βρισκόντουσαν νεκροί στα κελιά τους. Επίσημη εκδοχή: Αυτοκτονία. Εύλογα ερωτήματα: Πώς βρέθηκαν τα όπλα σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας και μάλιστα στα κελιά τριών κρατουμένων καταδικασθέντων για τρομοκρατία.

Η αυτοκτονία του Μπάαντερ

Υποτίθεται πως ο Μπάαντερ αυτοκτόνησε με μία βολή τοποθετώντας το περίστροφό του στη βάση του σβέρκου του με τη σφαίρα να βγαίνει από το μέτωπο. Η σφαίρα αντί να σφηνωθεί στο ταβάνι βρέθηκε σφηνωμένη στο πάτωμα. Πώς γίνεται ένας όρθιος να πετύχει ένα τέτοια θαύμα που αντικρούει κάθε νόμο της φυσικής. Εκτός και αν ήταν μπρούμυτα. ‘Η γονατιστός. ‘Μήπως δεν βρέθηκε οικειοθελώς σε αυτή την στάση; Τι δουλειά είχαν στο κελί του άλλοι δύο κάλυκες από το ίδιο όπλο, η μία στον τοίχο και η άλλη στο στρώμα. Η επίσημη εκδοχή πως αστόχησε μέχρι να πετύχει τον εαυτό του δεν έπεισε κανέναν.

Την επόμενη μέρα οι απαγωγείς του Schleyer ανακοίνωναν ότι είχαν σκοτώσει τον ναζιστή. Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν στη δεκαετία του ’80, η ομάδα είχε ωστόσο απολέσει για τα καλά το είδος της «αίγλης» του ’70. Το μεγαλοστέλεχος της βιομηχανίας όπλων Ernst Zimmermann εκτελέστηκε από τη RAF το 1985, την ίδια χρονιά που βομβιστική επίθεση σε αμερικανική βάση θα σκότωνε δύο στρατιωτικούς. Τον επόμενο χρόνο, ο διευθυντής της Siemens, Karl-Heinz Beckurts, θα έχανε τη ζωή του χτύπημα της RAF. H πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989 αποδυνάμωσε την οργάνωση καθοριστικά. Έπειτα από μια μακρά περίοδο «χειμερίας νάρκης», η Φράξια Κόκκινος Στρατός ανακοίνωσε στις 20 Απριλίου 1998 την οριστική της διάλυση.

Στην προκήρυξη του τέλους της, η RAF περιορίστηκε απλά να σημειώσει: «Η επανάσταση λέει: ήμουν, είμαι και θα ξαναγίνω»…

Δημοφιλή άρθρα

Λαμπάκι λαδιού: Γιατί ανάβει και πώς να το διορθώσετε;

Δείτε γιατί ανάβει το λαμπάκι λαδιού στο αυτοκίνητό σας και βρείτε όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζεται για να το διορθώσετε!

Οδηγός Πόλης: Εναλλακτικοί χώροι για παιδικά πάρτυ στη Θεσσαλονίκη

Αν αναζητάτε εναλλακτικούς χώρους για παιδικά πάρτυ στη Θεσσαλονίκη, διαβάστε τον οδηγό μας & κάντε τα πιο αξέχαστα πάρτυ γενεθλίων ή γιορτής!

Λεκάνη τουαλέτας: 5 Παράγοντες για τη σωστή επιλογή!

Δείτε πώς να επιλέξτε την ιδανική λεκάνη τουαλέτας για τον χώρο και τις ανάγκες σας!

5 + 1 Κοντινές Αποδράσεις από τη Θεσσαλονίκη

Έχεις ανάγκη ένα city break; Βρες 5 + 1 μοναδικές προτάσεις μια ανάσα από τη Θεσσαλονίκη!

10 + 1 Χριστουγεννιάτικα Δώρα για Άντρες: Τι δώρο να του πάρω;

Αναζητάς χριστουγεννιάτικα δώρα για άντρες, αλλά δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις τι τελικά θα πάρεις; Tο αντρικό δώρο είναι μια κατηγορία από μόνο του, καθώς συνήθως...