Στις αποτυχημένες πολιτικές για την αντιμετώπιση του υπερβολικού χρέους που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια της κρίσης, οι οποίες έδωσαν έμφαση στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων προκειμένου να μειωθεί ο λόγος χρέους/ΑΕΠ, ρίχνοντας όλο το βάρος στις πολιτικές δημοσιονομικής και εισοδηματικής λιτότητας, αναφέρθηκε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, συμμετέχοντας ως κύριος ομιλητής σε πάνελ, με θέμα «Debt Vs Growth- Growth in the time of debt?», στο πλαίσιο του 2ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.
Ο υπουργός εξήγησε τους τρόπους με τους οποίους ιστορικά οι οικονομίες πέφτουν στην παγίδα της υπερχρέωσης, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στην επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας, με παράλληλη υποχώρηση της ανάπτυξης και μακροχρόνια σε κρίση χρέους, όπως συνέβη στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, με διαφορετικούς ρυθμούς και ένταση. Σημείωσε χαρακτηριστικά: «Όλοι γνωρίζουμε πόσο αποτυχημένη υπήρξε αυτή η επιλογή, καθώς το χρέος, μετά από εφτά χρόνια λιτότητας και ένα σημαντικό κούρεμα (PSI), αυξήθηκε σχεδόν κατά 50% του ΑΕΠ». Και συμπλήρωσε: «Πολλοί αναγνωρίζουν πλέον ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι καταστροφικά και ισχυρίζονται, σωστά, ότι πρέπει να μειωθούν δραστικά, σε σύγκριση με το 3,5% που απαιτούν οι πιστωτές».
Τέλος, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου επεσήμανε ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης για ελάφρυνση του χρέους αποκτά τεράστια σημασία τόσο για τη βιωσιμότητά του όσο και για τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας. «Έχουν ήδη ανακοινωθεί», υπογράμμισε, «τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ενώ αναμένεται να ληφθούν και τα μακροπρόθεσμα μέτρα, τα οποία, με τους πόρους που θα απελευθερώσουν, θα δώσουν τη δυνατότητα να ενισχυθεί περαιτέρω η αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας».