Το φθινόπωρο του 2015 η δημοσιογράφος Δάφνη Ματζιαράκη, η οποία τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στο Σαν Φρανσίσκο, επέστρεψε στην Ελλάδα για να γυρίσει μια ταινία για την προσφυγική κρίση. Η κατάσταση που συνάντησε στη Λέσβο ήταν χειρότερη απ’ αυτήν που περίμενε να βρει. Τα 4,1 μίλια, που χωρίζουν τη Λέσβο από τις τουρκικές ακτές, είχαν μεταμορφωθεί σε μια θανάσιμη υγρή παγίδα. Η ίδια, όπως κι οι κάτοικοι του νησιού, δεν είχε ποτέ της ξαναδεί πρόσφυγες πολέμου. Αδυνατούσε να καταλάβει γιατί δεν υπήρχε μια ασφαλής δίοδος για τους ανθρώπους αυτούς ώστε με ασφάλεια να ξεφύγουν από τον πόλεμο και να πάνε όπου θέλουν.
Το Λιμενικό Σώμα, την περίοδο που βρισκόταν στη Λέσβο η Ματζιαράκη, έμοιαζε παντελώς απροετοίμαστο να διαχειριστεί τη σταθερή ροή προσφύγων και να τους βοηθήσει ώστε να μην πνιγούν στη θάλασσα στην προσπάθειά τους να περάσουν από την Ευρώπη στην Τουρκία. Εκείνη την περίοδο το Λιμενικό στη Λέσβο αριθμούσε περίπου 40 άτομα, που μέχρι πρότινος, πριν από την προσφυγική κρίση, περνούσαν την ώρα τους κάνοντας περιπολίες ρουτίνας, χωρίς να έχουν εκπαιδευτεί στις πρώτες βοήθειες και χωρίς τον απαιτούμενο εξοπλισμό για την αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων.
Και ξαφνικά έπρεπε να ενεργήσουν έτσι ώστε να μη μετατραπούν αυτά τα 4,1 μίλια σε υγρό μαζικό τάφο, καθώς καθημερινά χιλιάδες πρόσφυγες περνούσαν τα νερά σε μικρές βάρκες. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν είχαν καν ξαναδεί θάλασσα. Η ακτοφυλακή ένιωσε αβοήθητη – μόνη απέναντι σε μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση.
Η Ματζιαράκη ακολούθησε έναν καπετάνιο του Λιμενικού, τον Κυριάκο Παπαδόπουλο, και το πλήρωμά του, για τρεις εβδομάδες, καθώς έσωζαν τη μία ζωή μετά την άλλη, οικογένειες προσφύγων και μικρά παιδιά. Η μικρού μήκους ταινία της, «4.1 Miles», που από χθες είναι υποψήφια για Όσκαρ στην κατηγορία “Ντοκιμαντέρ μικρού μήκους”, αποτυπώνει τις διασώσεις μιας ημέρας μόνο, του Οκτωβρίου του 2015, την κρίσιμη στιγμή μεταξύ της ζωής και του θανάτου, όπου πέρα από πολιτικές πεποιθήσεις, πέρα από τον φόβο ή και την ετοιμότητα, κάποιοι άνθρωποι θα ξεπεράσουν τον εαυτό τους για να σώσουν κάποιον ξένο.