Μια σύντομη, κριτική ματιά στην πρόσφατη οδυνηρή, ιστορία της Θεσσαλονίκης και των ζητημάτων που την αφορούν – όχι μόνο των αυτοδιοικητικών- δεν μπορεί να είναι μόνο βουτιά στο παρελθόν, αλλά πρέπει να γίνει εργαλείο για τις μάχες του μέλλοντος ιδιαίτερα σε μια εποχή κατά την οποία η μοναδική ελπίδα που διαγράφεται στον ορίζοντα είναι η διοίκηση του Δήμου να περάσει στα χέρια της κοινωνικής Αριστεράς και των συμμάχων της. Αυτής ακριβώς της Αριστεράς που η διεφθαρμένη, κλεπτοκρατική και ρεβανσιστική νεοδεξιά (ΝΔ –ΚΙΝΑΛ) και οι σύμμαχοί της κρυμμένοι πίσω από το ημιδιαφανές, αισχυντυλό παραβάν του οικονομικού και μιντιακού κατεστημένου βυσσοδομούν να ανατρέψουν στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Του Τριαντάφυλλου Τρανού*
Αυτή η δυναμική αυτοδιοικητική Αριστερά, όχι μόνη της ασφαλώς, μπορεί να αποτρέψει την καταστροφή των όποιων κατακτήσεων των τελευταίων τετραετιών. Ενδεχόμενη απώλεια του Δήμου και ο σφετερισμός του από τη νέα «ιερά συμμαχία» που διαμορφώνεται μπροστά στα μάτια όλων μας, με τη συνενοχή και τη συμμετοχή όσων συμπεριφέρονται και στα αυτοδιοικητικά πράγματα ως «ιδανικοί αυτόχειρες», θα γυρίσει το ρολόι στην περίοδο που το Δήμο λυμαίνονταν οι συμμορίες που θεωρούν ακόμη και σήμερα τον εαυτό τους μόνιμο ιδιοκτήτη του.
Η αρνητική αύρα που αποπνέουν οι αυτοδιοικητικές θέσεις της ευρύτερης Δεξιάς είναι προϊόν της διασταύρωσης της κοινωνικής ακροδεξιάς αντίληψης που θέλει την πόλη-σκαντζόχειρο με την οικονομική ακροδεξιά αντίληψη του άκρατου νεοφιλευθερισμού για μια «ελάχιστη πόλη» ανάλογη με την αντίληψη των ταγών του για ένα «ελάχιστο κράτος». Από εκεί εκπορεύεται η ρητορεία που αναπαράγουν τα συστημικά ΜΜΕ υπέρ της παλινόρθωσης και της νεκρανάστασης ενός νεκρού πλέον αυτοδιοικητικού παραδείγματος. Αυτό το μόρφωμα το οποίο φιλοδοξούν να υπηρετήσουν – διαφοροποιημένα για να είμαστε δίκαιοι- οι κ.κ Ταχιάος, Ορφανός και Βούγιας υπακούει σε ένα στεγνό, δήθεν θετικιστικό, μπακαλίστικο πρότυπο, με αχνά τεχνοφιλικά χαρακτηριστικά, ενισχυμένο με μπόλικο σκοταδισμό, πατριδοκαπηλία και θρησκευτικό φανατισμό, δεν στοχεύει στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας της πόλης και την θωράκισή της για το μέλλον και δεν μας αξίζει. Τα αυτοδιοικητικά σχήματα που θέλουν να εκφράσουν την συλλογική σκέψη, ευφυία και ευαισθησία, δεν πρέπει να χάνουν ούτε στιγμή την εγρήγορσή τους απέναντι σ’ αυτή τη δυσοίωνη προοπτική αλλά ούτε και την κριτική τους στάση απέναντι στο παρελθόν. Όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του, και ειδικά το πρόσφατο, είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει. Όσοι λοιπόν σήμερα κάνουν πως ξεχνούν τους αυτουργούς των καταστροφικών πολιτικών που βούλιαξαν το δήμο Θεσσαλονίκης, θα ξαναβρεθούν αργότερα μπροστά στις πιο απότομες και φυγόκεντρες στροφές της Ιστορίας.
Αν επιχειρήσει κάποιος να δει την μάχη για τα αυτοδιοικητικά ζητήματα από ιστορική σκοπιά θα διαπιστώσει πως οι προσπάθειες από την διοίκηση Μπουτάρη τοπικά, όσες έγιναν τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ γενικά αλλά και οι πρόσφατες με κορυφαία πράξη την καθιέρωση της απλής αναλογικής από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, συνιστούν τις μοναδικές αλλαγές που έγιναν σε δημοκρατική κατεύθυνση. Δείχνουν όμως, ως οδοδείκτες, προς την κατεύθυνση της υλοποίησης ενός τρόπον τινά «ουτοπικού αυτοδιοικητικού ιδανικού», το οποίο προσπαθεί να επιβιώσει μέσα από συνεχείς πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές συγκρούσεις. Από την βρώμικη επίθεση των ακροδεξιών στον Γιάννη Μπουτάρη και τις εντεινόμενες σεξιστικές προσπάθειες συκοφάντησης και συστηματικής «δολοφονίας χαρακτήρων» που προσπαθεί να περιλάβει σήμερα και την Κατερίνα Νοτοπούλου στα προοπτικά θύματά της γίνεται πλέον ξεκάθαρο πως υπάρχει επιτακτική ανάγκη επανίδρυσης της δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας στην πόλη μας, ανάγκη που εκκρεμεί ήδη από τη Μεταπολίτευση.
Το τελευταίο διάστημα η πόλη και οι άνθρωποί της κερδίσαμε πολλά από τους κοινούς αγώνες της Ανοικτής Πόλη μαζί με άλλες δυνάμεις στο Δημοτικό Συμβούλιο, περισσότερα από όσα διατείνεται η μηδενιστική και κακόβουλη ρητορική των αντιπάλων μας. Μένει όμως να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε ακόμη περισσότερα!
Στη συζήτηση που έχει ανοίξει για το είδος του Δήμου που θέλουμε και την οποία υπονομεύουν και βραχυκυκλώνουν διαρκώς τα συστημικά ΜΜΕ και οι οπισθοδρομικές παρεμβάσεις των «βαρόνων» και των «προυχόντων» της πόλης αλλά και της δεσποτοκρατίας, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης περνά μέσα από τον καθημερινό διαφωτισμό των πολιτών της και την ανάπτυξη ενός αισθήματος αστικής υπερηφάνειας και συνευθύνης για την πόλη. Η πόλη μας ανήκει και της ανήκουμε εξίσου.
Εν τω μεταξύ η πολυεπίπεδη κρίση παρά της προσπάθειες της κεντρικής κυβέρνησης συνεχίζει υπόγεια το διαβρωτικό της έργο στην καθημερινότητα της πόλης: πλήττει το ασθμαίνον, πεπαλαιωμένο ιδανικό της αστικής αντίληψης για την διαχείριση των αυτοδιοικητικών ζητημάτων σε όλους τους χώρους του οργανισμού του Δήμου οι οποίοι μέσα στην κρίση έτειναν να αυτονομηθούν, ενώ κάποιοι από αυτούς έχουν ήδη μεταβληθεί κυριολεκτικά σε μικροφέουδα. Η κρίση όμως απειλεί και τη ορμή και τη διάθεση για συμμετοχή και της νέας γενιάς. Τα κολοσσιαία ζητήματα που αντιμετωπίζει ακόμη και τώρα η χώρα και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν πρέπει να περιορίζουν τη δύναμη παρέμβασης και διεκδίκησης των νέων, των συλλογικοτήτων και των αυτοδιοικητικών σχημάτων που νοιάζονται για την πόλη. Η υποχώρηση των συλλογικών οραμάτων, η εξατομίκευση, η ιδιώτευση και η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων αξιών, δυσχεραίνουν την προσέλκυση των νέων στη πολιτική, λιγότερο στην τοπική της έκφραση. Όσοι-ες προέρχονται από το λεγόμενο «πρεκαριάτο», την επισφαλή νέα βάρδια της εργασίας, από την τέχνη και τον πολιτισμό, την πληροφορική, οι «ευέλικτοι», επισφαλείς ενοικιαζόμενοι, οι συμβασιούχοι, οι μετανάστες, οι γυναίκες, οι άνεργοι, οι νέοι ακόμη και οι μαθητές –τριες που θα έπρεπε να έχουν λόγο για την πόλη και τα ζητήματα που την αφορούν μένουν έξω από την σχετική συζήτηση και τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να υπάρξει και θα υπάρξει σε ότι μας αφορά ως παράταξη «ανταλλαγή ύλης» ανάμεσα στις γενιές. Η ένταση των συχνών άγονων αντιπαραθέσεων στο δημοτικό Συμβούλιο, ένταση που εμείς αντιπαλέψαμε με τους εκπροσώπους μας, ο οργανωτικός κατακερματισμός του Δήμου και των υπηρεσιών του και η διαιώνιση των δυσλειτουργιών σε κρίσιμους τομείς όπως είναι η καθαριότητα και ο αστικός σχεδιασμός, η έντονη παραταξιοποίηση, η αμφισβήτηση της αυτονομίας και του «υπηρεσιακού πατριωτισμού» των υπαλλήλων του Δήμου και το φλερτ ορισμένων με τις κατ’ ευφημισμόν «συναινετικές» διαδικασίες για αλλότριους και ιδιοτελείς σκοπούς μειώνουν την αποτελεσματικότητα της δράσης όλων μας, υποσκάπτουν την απήχησή μας, κάνουν τον Δήμο και τη Διοίκησή του λιγότερο αξιόπιστο στα μάτια των εργαζομένων και των πολιτών.
Η χρονίζουσα κρίση στα οικονομικά του Δήμου τον οποίο ουσιαστικά χρεωκόπησε η διοίκηση Παπαγεωργόπουλου δεν σημαίνει όμως ότι ο απαιτούμενος και αναγκαίος οικονομικός και αστικός ανασχεδιασμός του πρέπει να παροπλιστεί. Όπως και η γενικότερη οικονομική κρίση, η κρίση στο Δήμο δεν ξεπερνιέται, αλλά παροξύνεται με την κατάργηση των στοιχειωδών εργατικών δικαιωμάτων και με την τσιγκουνιά που δεν πρέπει να την μπερδεύει κάποιος με τη λελογισμένη διαχείριση των οικονομικών, όσο κι αν οι κρατούντες- που δεν ταυτίζονται με τους κυβερνώντες- προσπαθούν να μας πείσουν ότι ο κόσμος της εργασίας και οι συμβασιούχοι πρέπει να πληρώσουν ξανά το λογαριασμό.
Να θυμίσουμε πως εμείς με τη συλλογική μας σκέψη και πράξη για πολλά χρόνια, αλλά κυρίως με την ανιδιοτελή στάση και την ακούραστη δουλειά των εκάστοτε επικεφαλής της παράταξης, του Τάσου Κουράκη, του Τριαντάφυλλου Μηταφίδη, της Ρίας Καλφακάκου, των δημοτικών συμβούλων αλλά όλων των μελών της Ανοιχτής Πόλης αλλά και πολλών άλλων από την παράταξη του Γιάννη Μπουτάρη σηκώσαμε το βάρος μιας οιονεί παραλυτικής κατάστασης μέσα στο Δημοτικό Συμβούλιο. Με αυτό το «εμείς» εννοούμε την προσωπική δέσμευση σε συλλογικά ιδανικά, του καθενός και καθεμιάς από τις δύο -τουλάχιστον- γενιές αυτοδιοικητικών στελεχών του πολιτικού μας χώρου.
Στη δημόσια πολιτική συνείδηση, στη συνείδηση των συμπολιτών μας, αλλά και στη συνείδηση των κατοίκων αυτών αυτής της πόλης που δεν έχουν «φωνή» υπάρχει ελπίδα. Η ελπίδα πως τα πράγματα, έστω και δειλά, επιτέλους αλλάζουν. Αυτή η αλλαγή δεν μορφοποιείται σήμερα με την ταχύτητα και την ένταση που θέλουμε.
Όμως έχει χρώμα και σχήμα και μορφή και αποτελεί τη μοναδική ιστορική δυνατότητα! Αυτή την προοπτική καθώς και την πίστη στις δυνατότητες αυτής της πόλης θα υπερασπιστούμε ανυποχώρητα στο νέο Δημοτικό συμβούλιο, όπως κάναμε έως τώρα σε όλο το δημόσιο χώρο.
* Ο Τριαντάφυλλος Τρανός είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με την δημοτική παράταξη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΑΖΙ- Ανοιχτή Πόλη.