Αν και είναι εξαιρετικά δύσκολο έως και επικίνδυνο, στα περιορισμένα όρια ενός σύντομου κειμένου,να επιχειρήσει κανείς να αναδείξει την αντίθεση μεταξύ Εθνών και επιχειρηματικής διεθνικής Ελίτ, το κάνω με τη βεβαιότητα ότι όσοι φίλοι αναγνώστες έχουν τη γενναιότητα να με ανέχονται έχουν και τη δυνατότητα να συμπληρώσουν μόνοι τους τα κενά της ανάλυσης.
Tου Νίκου Δόικου*
Ολοκληρωτική επικυριαρχία δεν είναι μόνον η υπερ-συγκέντρωση οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος στην επικυρίαρχο ελίτ και η αναλογική αφαίρεση όλων αυτών από τους υποταγμένους, αλλά κυρίως το να μην προβάλλει κανείς καμιάν απολύτως αντίσταση και να αφήνεται στη σαγηνευτική γοητεία ψιμυθίων, ανούσιων κατακτήσεων, καταναλωτικών gadgets και, σταδιακά, στην πολιτισμική αποχαύνωση.
Σήμερα, είναι προφανής αυτή η πρωτοφανής συγκέντρωση πλούτου και πολιτικής ισχύος της παγκόσμιας εξουσιαστικής ελίτ, όπως και η τάση προς την αποκλειστικότητα, την μονοπώληση, η ροπή προς όλο και λιγότερες δομές ισχύος, η ροπή προς την μονάδα – μία παγκόσμια τράπεζα, μία πλανητική φαρμακευτική εταιρία, μία μονάδα ελέγχου τής οικουμενικής διατροφής,ένα πολιτισμικό σύστημα,ένα διαδικτυακό σύστημα επικοινωνίας κ.ο.κ.
Και είναι να απορεί κανείς γιατί δεν γίνεται αυτομάτως αντιληπτό σε κάποιους πως η μόνη αξιόμαχη και ανατρεπτική αντίδραση σε τούτη τη ζοφερή απειλή του πλανητικού ολοκληρωτισμού είναι η ακριβώς αντίρροπη πορεία προς εκείνην που ακολουθεί η ελίτ, δηλαδή αποκέντρωση ισχύος ως απάντηση στον συγκεντρωτισμό (πολυκεντρικός κόσμος), αποκεντρωμένοι μηχανισμοί ελέγχου στη διακίνηση κεφαλαίων, ανάδειξη των περιφερειακών εθνικών και πολιτισμικών προτάσεων ως απάντηση στην οικουμενική πολιτισμική υποδούλωση, ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία μεταξύ διακριτών εθνικών οντοτήτων αντί της παγκόσμιας δικτατορίας, διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς στην αντίληψη του Διαδικτύου ως μορφωτικού συνεπίκουρου αντί της απόλυτης διαδικτυακής εξάρτησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ζητήματα απόλυτου ελέγχου της συμπεριφοράς και των επιλογών.
Εδώ θα μπορούσε κανείς να συμπληρώσει και δυνατότητες θεσμικού κανονιστικού κοινωνικού ελέγχου στην παραγωγή και διακίνηση software.
Στα παραπάνω θα προσθέσω δύο κρίσιμα ζεύγη εννοιών τα οποία, κατά τη γνώμη μου, συνιστούν εμβληματικά στοιχεία αυτής της σύγχρονης πλανητικής αντίθεσης μεταξύ Κοινωνιών και Ελίτ:
- Πρώτο ζεύγος. Η διαφορά μεταξύ υπηκόου,δηλαδή γραναζιού μιας αποτελεσματικής διοικητικής μηχανής, και πολίτη, δηλαδή φορέα συγκεκριμένης πρότασης πολιτισμού.
Ο Αριστοτέλης έλεγε πως ο πολίτης δεν ανήκει στον εαυτό του αλλά στην Πόλη. Και μόνο τούτη η αυταπάρνηση χάριν της κοινοτικής συνύπαρξης συνιστά πελώριο πολιτισμικό άλμα, απέναντι στην αποθέωση του ατόμου και του ατομικισμού άλλων πολιτισμών, όπου το πρόσωπο, ως ελεύθερη πολιτισμική οντότητα και ετερότητα, υποκαθίσταται από τη χρήσιμη για το σύστημα λειτουργία του ατόμου, της παραγωγικής μονάδας δηλαδή που δεν αμφισβητεί και δεν διερευνά ποτέ τις συστημικές ισορροπίες.
- Δεύτερο ζεύγος. Η διαφορά μιας Παιδείας παραγωγού εργατικής (στελεχιακής) δύναμης και μιας Παιδείας διαμορφωτή προοδευτικής κοινωνικής δύναμης.
Εάν συμφωνούμε στα προηγούμενα, τότε (είναι αυτονόητο πως) επιλέγουμε να αντιμετωπίσουμε την ελίτ με τους πολίτες και με τα έθνη αντί να υποταχθούμε στην προοπτική ενός πλανητικού συστήματος διαχείρισης υπηκόων και πολιτισμικού μονισμού.
Η δική μας εθνική και πολιτισμική ιδιαιτερότητα, από την αρχαϊκή κλασική έως τη λαϊκή Εκκλησιαστική παράδοση και την ανατολική Πατερική Θεολογία, λαμπρύνει το αχνάρι της Ελληνικής παρουσίας στη λεωφόρο της παγκόσμιας Ιστορίας. Μαζί με τους Εθνικοαπελευθερωτικούς Αγώνες και την Εθνική Αντίσταση 1941-44, αποτελούν τα πολυτιμότερα σημεία αναφοράς της εθνικής πορείας και λειτουργούν ως αέναοι τροφοδότες της ψυχής και της ζωντανής παράδοσης του Γένους.
Χλευάζοντας κανείς τους όρους «έθνος» και «γένος», απομειώνοντας την αξία της πολιτισμικής διαφορετικότητας και μοναδικότητας του κάθε λαού, εκών άκων, συνειδητά ή εξ αφελείας (είναι ο επιεικέστερος όρος στη θέση εκείνου που θα χρησιμοποιούσε ο Ευ. Λεμπέσης), υπηρετεί τα συμφέροντα της διεθνικής ελίτ, η οποία επιδιώκει, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο, την πνευματική και πολιτισμική αφυδάτωση των λαών, για να επιβάλει το δικό της οικουμενικό «αξιακό σύστημα», εμπεδώνοντας έτσι τον απόλυτο έλεγχο των κοινωνιών, την παγκόσμια οικονομική, πολιτισμική και πολιτική μονοκτατορία.
Με μια λέξη, εμπεδώνοντας το δεύτερο σκέλος της κλασσικής αλλά και της πιο σύγχρονης διάζευξης: Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, Αυτονομία ή Βαρβαρότητα.
Έγραφα στην «Αυγή» της 5/6/2018 … Οι κοινωνιο-κεντρικές δυνάμεις διαφυλάσσουν, καλλιεργούν και αναδεικνύουν τις χωρικές, τις περιφερειακές, τις εθνικές πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, όχι για να ταμπουρωθούν πίσω απ’αυτές, ούτε για να ξεχωρίσουν δι’ αυτών, αλλά για να συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας νέας πολυσύνθετης πολιτισμικής οικουμενικότητας, ριζωμένης βαθιά μέσα στις βιωματικές αλήθειες, τις πολύτιμες παραδόσεις και ετερότητες των περιφερειακών κοινωνιών, αποτέλεσμα σύνθεσης ή απλώς δημιουργικής συνύπαρξης ή και τα δύο.
Αντιθέτως, η εντός εισαγωγικών «Αριστερά» θεωρεί κάθε προσπάθεια ανάδειξης εθνικών πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων ως έκφραση επιθετικού εθνικισμού. Στο όνομα ενός θολού διεθνισμού, ενός προ πολλού ξεπερασμένου προλεταριακού διεθνισμού, παίζει κατ’ ουσίαν το παιχνίδι της Ελίτ. Ταυτίζεται με τις επιδιώξεις της Ελίτ. Γίνεται (εξ αντικειμένου) λακές του νεο-ιμπεριαλισμού.
Υπό αυτό το πρίσμα, σήμερα (όχι το 1848) η Αριστερά ή είναι Πατριωτική ή δεν είναι Αριστερά.
Περιέργως, χλευάζουν τις έννοιες αυτές δύο εκ πρώτης όψεως αντίπαλοι (εκ πρώτης όψεως, αργότερα φανερώνεται η ταυτοσημία των αντιλήψεων) οι κήνσορες του νεοφιλελευθερισμού και κάποιοι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως «αριστεροί διανοούμενοι», οι οποίοι μπερδεύουν το εθνικό με το εθνικοσοσιαλιστικό, την πατριδοκαπηλία με τον πατριωτισμό, (στους πατριωτικούς αγώνες ήταν πάντα πρώτη η Αριστερά) έτσι που, εκ των πραγμάτων, η ανάλυσή τους (συγχωρήστε μου την επανάληψη) να έχει τόση σχέση με Αριστερά όσην έχει η Τράπεζα του Βατικανού με την Επί του Όρους Ομιλία.
* Ο Νίκος Δόικος είναι αρχιτέκτονας – συγγραφέας (rudoikos@gmail. com)