«Αν ένας οδηγός φορτηγού είναι οπλισμένος και αντιδρά όταν κάποιος προσπαθεί να κλέψει το φορτίο του, δείχνει ένα παράδειγμα στους ληστές. Ο κλέφτης σκοτώνεται, σε μια κατάσταση νόμιμης άμυνας. Ο οδηγός ανταποδίδει και δεν τιμωρείται. Έτσι θα μειωθεί η βία στη Βραζιλία, αυτό είναι σίγουρο», κατέληξε.
Πέρα από τους λόγους του για την ασφάλεια, ο Ζαϊχ Μπολσονάρου, 63 ετών, η φήμη του οποίου δεν κηλιδώθηκε ποτέ από κανένα σκάνδαλο διαφθοράς, εξελέγη επίσης χάρη στην υπόσχεση να καταπολεμήσει απηνώς αυτή τη μάστιγα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εξέφρασε την πρόθεσή του να προτείνει το υπουργείο Δικαιοσύνης στον Σέρζιο Μόρο, σύμβολο της μάχης κατά της διαφθοράς στη Βραζιλία. Ο δικαστής καταδίκασε πρωτοδίκως τον πρώην πρόεδρο της Αριστεράς Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης από τον περασμένο Απρίλιο για παθητική διαφθορά και ξέπλυμα χρήματος και είναι το μαύρο πρόβατο για τον Μπολσονάρου.
«Αν το είχα πει πριν από τις εκλογές, θα με είχαν κατηγορήσει για καιροσκοπισμό. Όμως θέλω να συζητήσω μαζί του και προτίθεμαι να του προτείνω, ποιος ξέρει, το υπουργείο Δικαιοσύνης. Αν τον ενδιαφέρει, είμαι σίγουρος ότι θα είναι ένα άτομο μεγάλης σημασίας σε μια κυβέρνηση όπως η δική μας», δήλωσε.
Όμως ο νεοεκλεγείς πρόεδρος αναφέρθηκε επίσης στο ενδεχόμενο να προτείνει στον Σέρχιο Μόρο μια θέση στο Ανώτατο Δικαστήριο, καθώς δύο μέλη της ανώτατης δικαστικής αρχής της χώρας συνταξιοδοτούνται στη διάρκεια της θητείας του.
Στο στόχαστρο και τα ΜΜΕ
Επίσης, ο Μπολσονάρου, διεμήνυσε ότι θα κόψει την κρατική διαφήμιση σε μέσα ενημέρωσης που θεωρεί ότι «λένε ψέματα», εντείνοντας την πίεση προς τους δημοσιογράφους που συνεχίζουν να τον αντιμετωπίζουν επικριτικά μετά τη νίκη του στον δεύτερο γύρο των εκλογών την Κυριακή.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στο τηλεοπτικό δίκτυο Globo, ο Μπολσονάρου είπε επίσης ότι σκοπεύει να διορίσει τον δικαστή που πρωταγωνίστησε στις έρευνες για τη διαφθορά στη Βραζιλία, τον Σέρζου Μόρο, υπουργό Δικαιοσύνης της κυβέρνησής του και, στο μέλλον, να τον διορίσει μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου, μόλις υπάρξει κενή έδρα.
ΑΠΕ/ΜΠΕ