Σε αντιπαράθεση ήρθαν χθες, μέσω ανακοινώσεών τους, το υπουργείο Εργασίας και ο αρμόδιος για εργασιακά και ασφαλιστικά ζητήματα τομεάρχης της ΝΔ με αφορμή τις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Συγκεκριμένα, ο Γιάννης Βρούτσης διαπίστωσε αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο διευθέτησης των ληξιπρόθεσμων οφειλων προς τα ασφαλιστικά ταμεία. «Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, 24 μήνες τώρα, συνεχώς διογκώνονται», υποστήριξε και πρόσθεσε: «Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΚΕΑΟ, οι οφειλές αυξήθηκαν από τα 10,9 δις ευρώ το Σεπτέμβριο του 2014 (1η Έκθεση ΚΕΑΟ), στα 17,5 δισ. ευρώ σήμερα. Δηλαδή, παρουσίασαν μια αύξηση της τάξεως του 60% ή 6,6 δις ευρώ, μέσα σε μόλις 2 χρόνια, την περίοδο κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Μια εξέλιξη ιδιαίτερα αρνητική και ανησυχητική, που προκαλεί ασφυξία στα ασφαλιστικά ταμεία».
Στις διαπιστώσεις του κ. Βρούτση απάντησε με δική του ανακοίνωση το υπουργείο Εργασίας κάνοντας λόγο για παραποίηση της αλήθειας και αποσπασματικά στοιχεία: «Οι οφειλές που δημιουργήθηκαν, την περίοδο 2015-2016, ανέρχονται σε 925 εκατομμύρια ευρώ. Αντιστοίχως, την αμέσως προηγούμενη διετία 2013-2014, δημιουργήθηκαν οφειλές ύψους 1,424 δισεκατομμυρίων ευρώ. Επίσης, στην ανακοίνωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης γίνεται αναφορά στην πρώτη έκθεση του ΚΕΑΟ, με στοιχεία έως τις 31-9-2014, αποκρύπτοντας ότι τους αμέσως επόμενους μήνες, δηλαδή το τρίμηνο Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2014, μεταφέρθηκαν στο ΚΕΑΟ επιπλέον οφειλές, ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Για να αποτυπώσουμε την αλήθεια, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι οφειλές (βασική οφειλή, χωρίς προσαυξήσεις) που δημιουργήθηκαν ανά έτος και μεταφέρθηκαν μεταγενέστερα στο ΚΕΑΟ έχουν, ως εξής:
»Προ του 2010: 8,3 δισ. ευρώ
το 2010: 1,3 δισ. ευρώ
το 2011: 1,1 δισ. ευρώ
το 2012: 895 εκατ. ευρώ
το 2013: 736 εκατ. ευρώ, ενώ μεταφέρθηκαν στο ΚΕΑΟ οφειλές 7,5 δισ. ευρώ
το 2014: 688 εκατ. ευρώ, ενώ μεταφέρθηκαν στο ΚΕΑΟ οφειλές 5,1 δισ. ευρώ
το 2015: 537 εκατ. ευρώ, ενώ μεταφέρθηκαν στο ΚΕΑΟ οφειλές 350 εκατ. ευρώ
το 2016: 388 εκατ. ευρώ, ενώ μεταφέρθηκαν στο ΚΕΑΟ οφειλές 824 εκατ. ευρώ».