Ως η πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία του ελληνικού Τύπου, μπορεί να θεωρηθεί η 30η Μαρτίου του 1947, καθώς την ημέρα εκείνη, συμμορία ακροδεξιών τρομοκρατών εισέβαλε στις εγκαταστάσεις της εφημερίδας Αγωνιστής της Θεσσαλονίκης, δολοφονώντας με αυτόματα όπλα τρεις τυπογράφους και τραυματίζοντας σοβαρά άλλους επτά. Κατά… σύμπτωση, οι δύο από τους τέσσερις χωροφύλακες που υποτίθεται ότι φρουρούσαν τις εγκαταστάσεις, λίγο πριν είχαν πάει για ύπνο, ενώ οι άλλοι δύο, δήλωσαν ότι “δεν αντιλήφθηκαν τίποτα” από το μακελειό που έγινε!
Του Σπύρου Κουζινόπουλου
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι την προηγουμένη της άγριας δολοφονικής επίθεσης, η εφημερίδα Αγωνιστής, που ήταν δημοσιογραφικό όργανο του ΚΚΕ Μακεδονίας-Θράκης, κατήγγειλε σε πρωτοσέλιδο άρθρο της την αδράνεια των αρχών για την ανεύρεση των ηθικών αυτουργών του ηγετικού στελέχους του Κομμουνιστικού Κόμματος και πρώην υπουργού Γεωργίας, Γιάννη Ζεύγου, που είχε γίνει εννιά ημέρες πριν σε ελάχιστη απόσταση από τα γραφεία της εφημερίδας, στην οδό Αγίας Σοφίας 26.
Κοινό σημείο στα δύο αποτρόπαια γεγονότα: Ο δολοφόνος του Ζεύγου, Χρήστος Βλάχος, είχε εκπαιδευθεί πριν το έγκλημα στην ΕΣΑ, ενώ οι δύο από τους τέσσερις τρομοκράτες φορούσαν στρατιωτική στολή και μπερέ, που ήταν η ενδυμασία των ΕΣΑτζήδων!
Να πως περιέγραψε η εφημερίδα τη μεθεπόμενη ημέρα, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οργανώθηκε η εισβολή των τρομοκρατών στις εγκαταστάσεις της:
“Κατά τη 1:30 τη νύχτα, τέσσερις εγκληματίες, δύο με στρατιωτικά και μαύρο μπερέ και δύο με πολιτικά, είχαν στήσει ενέδρα έξω από την κλειδωμένη σιδερένια εξώπορτα των τυπογραφείων και όταν επέστρεφε ο καφετζής από τα (κοντινά) τυπογραφεία του Ελληνικού Βορρά, όπου είχε μεταφέρει καφέδες, όρμησαν μέσα και προτείνοντας τα πιστόλια και τα αυτόματά τους, υποχρέωσαν τον καφετζή και τον φύλακα να τους οδηγήσουν στα πιεστήρια και τα τυπογραφεία.
Βάσει σχεδίου
Οι εγκληματίες, ενεργούσαν εκ του ασφαλούς και βάσει προμελετημένου δολοφονικού σχεδίου. Καμιά ανησυχία δεν είχαν, αν και ήξεραν ότι στο πλαϊνό συνεχόμενο με τα τυπογραφεία δωμάτιο, υπήρχε φρουρά από τέσσερις χωροφύλακες του Γ΄Αστυνομικού Τμήματος με επικεφαλής υπαξιωματικό. Και απετόλμησαν το τερατώδες κακούργημά τους, βέβαιοι ότι θα διέφευγαν.
Οι δύο από τους στυγερούς δολοφόνους με τα πολιτικά κρατούσαν περίστροφα και οι άλλοι δύο με τα στρατιωτικά, αυτόματα. Μόλις μπήκαν, ζήτησαν τα κλειδιά του πιεστηρίου και επειδή δεν υπήρχαν, κατέβηκαν στο υπόγειο και προσπάθησαν να σπάσουν την πόρτα με όλα τα μέσα, χωρίς τελικά να το κατορθώσουν.
ΟΙ άλλοι δύο γκάγκστερς, μπήκαν στα τυπογραφεία και ο επικεφαλής της ομάδας με τα πολιτικά, άρχισε να ρίχνει στο ψαχνό με το πιστόλι του στους τυπογράφους του Αγωνιστή, που έντρομοι είχαν μαζευτεί σε μια γωνιά του τυπογραφείου, ακριβώς στην πόρτα του δωματίου της φρουράς.
Από τους πρώτους, κυλίστηκε αιμόφυρτος στο δάπεδο ο Γεώργιος Βουτσάς βαριά τραυματισμένος. Αλλόφρονες οι συνάδελφοί του εξηγούσαν στους εγκληματίες ότι αυτοί ήσαν εργάτες βιοπαλαιστές, που εργάζονταν για το μεροκάματο και τους παρακαλούσαν να μη τους σκοτώσουν. Τα λόγια τους όμως πνίγηκαν στους ξερούς κρότους των πυροβολισμών. Και ευθύς αμέσως ο “αρχηγός”, έδωσε μονολεκτικά το εγκληματικό παράγγελμα: “Παναγιώτη, ριπή”!